- Ουίγος
- ο1. συν. στον πληθ. οι Ουίγοιένα από τα δύο κόμματα-φατρίες τής Αγγλίας κατά τον 17ο και τον 18ο αιώνα, αντίπαλο τών Τόρυ, το οποίο στην αρχή ταυτιζόταν με τους Σκώτους Πρεσβυτεριανούς αλλά στη συνέχεια εκπροσωπούσε τα συμφέροντα τών γαιοκτημόνων αριστοκρατικής καταγωγής και τών πλούσιων μεσαίων τάξεων2. φρ. «Κόμμα τών Ουίγων» — πολιτικό κόμμα τών ΗΠΑ που ιδρύθηκε το 1834 από αντιπάλους τού προέδρου Άντριου Τζάκσον και διαλύθηκε στα τέλη τής δεκαετίας τού 1850, αφού προηγουμένως τέσσερα μέλη του είχαν αναδειχθεί πρόεδροι τής χώρας.
Dictionary of Greek. 2013.